δουλεία

δουλεία
Κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο δούλος, δηλαδή ένα πρόσωπο που έχει στερηθεί την ελευθερία του, ο οποίος θεωρείται, από voμική άποψη, ως ατομική ιδιοκτησία και συνεπώς εξαρτάται από τη θέληση και την αυθαιρεσία του κυρίου του. Ιστορικά η δ. γεννήθηκε από τον κατακερματισμό των πρωτόγονων κοινωνιών στις οποίες ίσχυε το καθεστώς της κοινοκτημοσύνης. Τότε οι αγώνες μεταξύ των αντιπάλων φυλών οδήγησαν στην υποδούλωση των ηττημένων, τους οποίους οι νικητές απασχολούσαν στις αγροτικές εργασίες. Η δ. αποτέλεσε σταθερό παράγοντα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής των αρχαίων πολιτισμών της Μεσογείου. Από την 4η χιλιετία, στα αποσπάσματα της νομοθεσίας των Σουμερίων υπάρχουν αναφορές για τους δούλους, χρησιμοποιώντας τον όρο «άρρενες ξένων χωρών», ο οποίος υποδεικνύει ως πηγή της δ. τους αιχμαλώτους πολέμου. Πολύ αργότερα (κώδικας του Χαμουραμπί) η δ. επεκτάθηκε και στους αναξιόχρεους οφειλέτες και στις οικογένειές τους, αλλά ταυτόχρονα καθορίστηκαν ορισμένα δικαιώματα των δούλων, όπως η δυνατότητα να νυμφεύονται ελεύθερες, να έχουν δική τους ιδιοκτησία και να ασχολούνται με το εμπόριο. Στην Παλαιστίνη, ο δούλος, αν ήταν Εβραίος, μπορούσε να ανακτήσει την ελευθερία του έπειτα από έξι χρόνια εργασίας ή σε περίπτωση υπερβολικών και εξακολουθητικών κακομεταχειρίσεων. Στην Αίγυπτο, η συγκέντρωση των γαιών στα χέρια των Φαραώ και η υποταγή των μαζών σε αυστηρή πειθαρχία εμπόδισαν τη διάδοση του φαινομένου σε μεγάλη κλίμακα, και γι’ αυτό η δ. είχε μικρή σημασία για την οικονομία της χώρας. Στην Ελλάδα των ομηρικών χρόνων, η δ. ήταν περιορισμένη στις γυναίκες που εκτελούσαν οικιακές εργασίες και συγχρόνως ήταν υποχρεωμένες να είναι και ερωμένες του κυρίου τους, και στους δούλους που εργάζονταν στους αγρούς. Όταν μεταξύ του 800 και του 600 π.Χ. ο ελληνικός αποικισμός επεκτάθηκε από τις ακτές της Μαύρης θάλασσας έως τις ακτές της δυτικής Μεσογείου, εφευρέθηκαν τα νομίσματα από πολύτιμο μέταλλο και αναπτύχθηκε σημαντικά η βιοτεχνική παραγωγή στις μεγάλες πόλεις, η ζήτηση δούλων αυξήθηκε κατακόρυφα. Οι αιχμάλωτοι πολέμου και οι δούλοι που έπαιρναν οι πειρατές στις επιδρομές τους πωλούνταν στις αγορές, μεταξύ των οποίων ονομαστή ήταν η αγορά της Δήλου. Ωστόσο, o αριθμός των δούλων που απασχολούνταν σε αγροτικές ή βιοτεχνικές εργασίες στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος· αρκεί να αναφερθεί ότι κατά τον 5ο αι., για την κατασκευή του Ερεχθείου στην Αθήνα χρησιμοποιήθηκαν 20 πολίτες, 35 ξένοι ελεύθεροι και 16 δούλοι. Εξάλλου η ελληνική νομοθεσία όριζε δικαιώματα και υποχρεώσεις των δούλων: δεν μπορούσαν να λαμβάνουν μέρος στον πόλεμο ούτε να συμμετέχουν στις συνελεύσεις, αλλά παρότι τους πουλούσαν ή τους αγόραζαν σαν αντικείμενα, μπορούσαν να λαμβάνουν μέρος στα ορφικά μυστήρια, να ασχολούνται με το εμπόριο κλπ. Οι Ρωμαίοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μεγάλο αριθμό δούλων τον 3o αι. π.Χ., για τις αγροτικές εργασίες στα λατιφούντια. Οι νίκες του ρωμαϊκού στρατού εναντίον των διαφόρων κρατών της Μεσογείου εξασφάλισαν, ως λεία πολέμου, μια συνεχή εισροή αιχμαλώτων, τους οποίους πουλούσαν στις αγορές. Μια ιδέα για τον μαζικό χαρακτήρα του φαινομένου προσφέρει το γεγονός ότι, για παράδειγμα, το 167 π.Χ. με διαταγή της Συγκλήτου συνελήφθησαν μέσα σε μία μόνο ημέρα 150.000 άτομα στις διάφορες πόλεις της αυτοκρατορίας για να γίνουν δούλοι. Μολονότι η ρωμαϊκή νομοθεσία προέβλεπε προστατευτικούς κανόνες για τους δούλους, οι τελευταίοι υφίσταντο πολύ σκληρή μεταχείριση, ιδίως στην ύπαιθρο, και γι’ αυτό τον λόγο προκλήθηκαν αιματηρές εξεγέρσεις, η γνωστότερη από τις οποίες είναι εκείνη με αρχηγό τον Σπάρτακο (73-71 π.Χ.). Μετά το διάταγμα του Βαλεντινιανού(377 μ.Χ.), που απαγόρευε την πώληση των αγροτικών δούλων χωριστά από τη γη, ήταν δύσκολο, σε πολλές περιπτώσεις, να διακριθούν οι δούλοι από τους κολίγους. Ωστόσο, ο θεσμός της δ. δεν καταργήθηκε και εξακολούθησε να υφίσταται και κατά τον Μεσαίωνα, παρότι ήδη από το 1300 το εμπόριο των δούλων γνώρισε παρακμή στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπου η δουλοπαροικία (βλ. λ. δουλοπάροικοι) θεωρήθηκε πιο κατάλληλος θεσμός για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της κλειστής οικονομίας που χαρακτήριζε τη φεουδαρχική περίοδο. Κιρκάσιοι, Αρμένιοι, Σουδανέζοι ή Άραβες δούλοι αγοράζονταν από τους Γενοβέζους και τους Βενετσιάνους εμπόρους και μεταπωλούνταν στις αυλές και στους πλούσιους αστούς της Ευρώπης, οι οποίοι τους χρησιμοποιούσαν σε οικιακές εργασίες. Αναφέρεται, για παράδειγμα, ότι το 1488 ο Φερδινάνδος ο Καθολικός έστειλε 100 Μαυριτανούς δούλους στον πάπα Ινοκέντιο Η’, ο οποίος με τη σειρά του τους μοίρασε στους καρδινάλιους και στους αριστοκράτες της ρωμαϊκής αυλής. Η δ. διατηρήθηκε εξάλλου ως ποινή που επιβαλλόταν για πολλά εγκλήματα (εσχάτη προδοσία, πώληση όπλων στους Σαρακηνούς κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών κλπ.). Και στον αραβικό κόσμο, επίσης, η δ. παρουσίαζε κατά κανόνα χαρακτηριστικά που τη συνέδεαν με τις οικιακές εργασίες και με την αγροτική οικονομία. Ο ισλαμισμός, όπως και ο χριστιανισμός, την ανέχθηκαν και ενθάρρυναν την πρακτική μετατροπής των ηττημένων εχθρών σε δούλους, οπωσδήποτε όμως, αντίθετα με όσα συνέβαιναν ακόμα στην Ευρώπη, ήταν σχεδόν ανύπαρκτη η πώληση των μικρών παιδιών και η μετατροπή εκείνων που δεν πλήρωναν τα χρέη τους σε δούλους. Κατά τους νεότερους χρόνους διατηρήθηκε σε πολλές χώρες ένα είδος οικιακής και πατριαρχικής δ. Ωστόσο, μια νέα ορμητική ανάπτυξη του δουλεμπορίου εμφανίστηκε με τη διάδοση των καλλιεργειών στην Αμερική, όπου στην αρχή οι ιθαγενείς μετατράπηκαν σε δούλους και, αργότερα, μεταφέρθηκαν και πουλήθηκαν εκεί πληθυσμοί της Αφρικής. Η ανακάλυψη της Αμερικής άνοιξε, πραγματικά, μια νέα εποχή στην ιστορία της δ. Οι πρώτοι Αφρικανοί μεταφέρθηκαν πέρα από τον ωκεανό το 1501· από τότε και για τρεις και πλέον αιώνες ρίχτηκαν κατά εκατομμύρια στις φυτείες της νέας ηπείρου. Η διακίνηση των δούλων διαμέσου του Ατλαντικού υπήρξε μία από τις πιο αποδοτικές εμπορικές δραστηριότητες και αντικείμενο ανταγωνισμού μεταξύ Πορτογάλων, Ολλανδών, Γάλλων και Άγγλων. Σε αυτή την επωφελή δραστηριότητα οφείλεται και η ανάπτυξη μεγάλων πόλεων όπως η Ναντ, η Μπορντό και το Λίβερπουλ. Ορισμένα γεγονότα, όπως για παράδειγμα το προνόμιο που παραχωρήθηκε από τον Κάρολο Ε’ στον Φλαμανδό Λα Μπρέζα να προμηθεύει κάθε χρόνο 4.000 δούλους στην Αϊτή, στην Κούβα, στην Τζαμάικα και στο Πουέρτο Ρίκο, και το γεγονός ότι στη Βραζιλία το 1600 σε κάθε λευκό αντιστοιχούσαν 20 μαύροι, μαρτυρούν την έκταση του φαινομένου. Κατά τον 17ο αι. οι Άγγλοι υπήρξαν ίσως εκείνοι που αποκόμισαν τα μεγαλύτερα κέρδη από αυτό το είδος εμπορίου, γιατί η ισπανική κυβέρνηση τους είχε αναθέσει με τη συνθήκη της Ουτρέχτης (1713) την προμήθεια δούλων για τις ισπανικές αποικίες της Αμερικής για τριάντα χρόνια (Pacto del asiento de negros). Η απάνθρωπη μεταχείριση των μαύρων στις fazendas (αγροικίες) ήταν η αιτία συνεχών δραπετεύσεων, αυτοκτονιών και εξεγέρσεων· όμως, μόνο προς τα τέλη του 18ου αι. αναπτύχθηκε το κίνημα κατά της δ., ιδίως μετά την απόσπαση των αμερικανικών αποικιών από την Αγγλία. Από τότε άρχισαν να εκφράζονται κατηγορίες για το εμπόριο των μαύρων, που καταργήθηκε από τη Μεγάλη Βρετανία το 1807. Στο συνέδριο της Βιέννης του 1815 οι συμβαλλόμενες χώρες ανέλαβαν την υποχρέωση να καταργήσουν το δουλεμπόριο στα εδάφη τους και να διώκουν τους δουλεμπόρους. Το πρόβλημα όμως εξακολούθησε να υφίσταται στις ΗΠΑ, όπου αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα στην εξέλιξη της ιστορίας της χώρας. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι., όταν η επέκταση των ΗΠΑ προς τα δυτικά συνέτεινε στη δημιουργία έντονου εθνικισμού στους Aμερικανούς, η δ. των μαύρων εμφανίστηκε ως ολοένα και πιο απειλητικό πρόβλημα που, τελικά, πήρε μεγάλες διαστάσεις και οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο. Η δ. είχε καταργηθεί στις βόρειες πολιτείες, ήταν όμως ευρέως διαδεδομένη στον Nότο, καθώς συνδεόταν στενά με το οικονομικό σύστημα που βασιζόταν στις μεγάλες φυτείες βαμβακιού και καπνού. Προέκυψε έτσι το ζήτημα αν το καθεστώς της δ. θα επεκτεινόταν στις νέες πολιτείες που προσχωρούσαν στην Ένωση. Παράλληλα, το πρόβλημα της δ. είχε και άλλες διαστάσεις: ήταν ηθικό, καθώς οι πουριτανοί του Βορρά ήταν αντίθετοι με τον θεσμό της δ.· οικονομικό, εξαιτίας της διαφοράς που υπήρχε ανάμεσα στον γεωργικό Nότο και στον εμπορικό και βιομηχανικό Bορρά· συνταγματικό, επειδή υπήρχε ο φόβος να επέμβει η Ένωση στις αρμοδιότητες των πολιτειών· τέλος, το πρόβλημα είχε και πολιτική διάσταση, καθώς έπρεπε να διατηρηθεί μια ισορροπία ανάμεσα στις πολιτείες όπου ίσχυε το καθεστώς της δ. και σε εκείνες που την είχαν καταργήσει. Tο 1819, με την προσχώρηση της Aλαμπάμα στην Ένωση, υπήρχαν έντεκα πολιτείες στις οποίες ίσχυε το καθεστώς της δ. και έντεκα όπου είχε καταργηθεί. Ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν ιδιαίτερα αμφίρροπος και μπορούσε να ανατραπεί με την προσχώρηση νέων πολιτειών. Η διαμάχη μεταξύ των υποστηρικτών της δ. από τη μία πλευρά, που προέρχονταν κυρίως από τον αγροτικό Νότο, και των αντιπάλων του θεσμού από την άλλη, αφού πέρασε από διάφορα στάδια βίαιων διαξιφισμών, οδήγησε στον Χωριστικό πόλεμο μεταξύ Βορείων και Νοτίων. H ολοκληρωτική κατάργηση της δ. στις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ δεν συντελέστηκε παρά μόνο μετά το τέλος του Εμφύλιου πολέμου (1865). Ωστόσο, η άμεση και οριστική κατάργηση της δ. σε διεθνές επίπεδο θεσπίστηκε από τη σύμβαση της Γενεύης του 1926, η οποία επικυρώθηκε από 38 χώρες. Η δ. υφίσταται πλέον μόνο ως σποραδικό φαινόμενο σε ορισμένες αραβικές χώρες και σε πρωτόγονους λαούς της Αφρικής και της Ασίας. Λιθογραφία του 19ου αι. που εικονίζει καλλιέργεια βαμβακιού στις όχθες του Μισισιπή. Στις ΗΠΑ το δουλεμπόριο απαγορεύτηκε με νόμο το 1808, αλλά στις νότιες πολιτείες, των οποίων η οικονομία βασιζόταν κυρίως στην καλλιέργεια του βαμβακιού, η απαγόρευση ίσχυσε μόνο μετά το τέλος του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου (1865). Η σεξουαλική δουλεία είναι μία ιδιαίτερη μορφή δουλείας. Στη φωτογραφία, νέες της Καμπότζης, που ζούσαν σε τοπικούς οίκους ανοχής, μετά την απελευθέρωσή τους (1995). Δούλες περιποιούνται την κυρία τους, σε ρωμαϊ Σχηματική απεικόνιση του αμπαριού ενός πλοίου για τη μεταφορά δούλων από την Αφρική.
* * *
και δουλειά, η (AM δουλεία
Μ και δουλειά)
Ι. ο τ. δουλεία (AM δουλεία)
1. η κατάσταση τού δούλου, η στέρηση τής ελευθερίας
2. η καταπίεση που προέρχεται από κάποιον («η δουλεία τού διαβόλου», «η δουλεία τής αμαρτίας»)
II. ο τ. δουλειά (AM δουλεία
Μ και δουλειά)
1. εργασία με αμοιβή, επάγγελμα
νεοελλ.
1. εμπορική πράξη, αγοραπωλησία, συναλλαγή
2. επιδιωκόμενος σκοπός («αυτό δεν κάνει για τη δουλειά που τό θέλεις»)
3. ενοχλητική και επιζήμια απασχόληση, φασαρία μπελάς («τού σκάρωσε μια δουλειά που θα τή θυμάται για πολύ»)
4. κάθε δύσκολη υπόθεση
5. (με κτητ. αντων. ή γεν. προσ.) δικαιοδοσία, αρμοδιότητα («δεν είναι δική σου δουλειά»)
6. φρ. α) «έχω δουλειά» — είμαι απασχολημένος
β) «άνθρωπος τής δουλειάς» — εργατικός
γ) «γίνεται δουλειά» — μετά από προσπάθειες παρουσιάζονται ικανοποιητικά αποτελέσματα
δ) έκαμα τη δουλειά» — πέτυχα τον σκοπό μου
ε) «τού 'φτιάσε τη δουλειά» — τόν εξαπάτησε, τόν ζημίωσε
στ) «παστρική δουλειά» — ευσυνείδητη εργασία ή ειρων. κακοήθης
ζ) «δουλειές με φούντες» — περίπλοκες υποθέσεις με κακές συνέπειες
η) «λάσπη η δουλειά μας» — αποτύχαμε στις προσπάθειες μας
θ) «κάνε ή κοίτα τη δουλειά σου» — μην επεμβαίνεις σε ξένες υποθέσεις
ι) «τί δουλειά έχεις εδώ;» — τί γυρεύεις εδώ;
9. παροιμ. α) «η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη» — η υπερβολική εργασία κουράζει
β) «γρήγορος στο χουλιάρι και αργός στη δουλειές» — λαίμαργος και τεμπέλης
γ) «αποβραδίς στο σπίτι σου, τη νύχτα στη δουλειά σου» — ο καλός εργάτης πρέπει να κοιμάται νωρίς και να σηκώνεται χαράματα για δουλειά
δ) «η δουλειά νικά τη φτώχεια» — με τη δουλειά γίνεται κανείς πλούσιος
ε) «ράβε, ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει» — γι' αυτούς που μάταια ή αδέξια ασχολούνται με κάτι
μσν.
1. στρατιωτική υπηρεσία
2. στρατιωτική επιχείρηση
αρχ.
η δουλεία (περιληπτ.)
οι δούλοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δουλεύω
ενδιαφέρουσα είναι στη μεσαιωνική Ελληνική η σημασιολογική εξέλιξη τής λ. από τη σημ. «δουλεία» στη σημ. «εργασία», πιθ. από την καταναγκαστική, επαχθή και μη αμειβόμενη εργασία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • δουλεία — δουλείᾱ , δούλειος slavish fem nom/voc/acc dual δουλείᾱ , δούλειος slavish fem nom/voc sg (attic doric aeolic) δουλείᾱ , δουλεία slavery fem nom/voc/acc dual δουλείᾱ , δουλεία slavery fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλείᾳ — δουλείᾱͅ , δούλειος slavish fem dat sg (attic doric aeolic) δουλείᾱͅ , δουλεία slavery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλειά — η 1. εργασία: Δεν ήρθα να σε δω γιατί είχα δουλειά. 2. επάγγελμα: Βρήκε δουλειά σε τράπεζα. 3. ζημιά, μπελάς: Η ασυνέπειά σου μας άνοιξε δουλειές. 4. φρ., «δουλειές του ποδαριού», προχειροδουλειές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δουλεία — η η κατάσταση του δούλου, η σκλαβιά, η υποτέλεια: Παλιότερα οι νέγροι στην Αμερική ζούσαν κάτω από το ζυγό της δουλείας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δούλεια — δούλειος slavish neut nom/voc/acc pl δούλειος slavish neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλείας — δουλείᾱς , δούλειος slavish fem acc pl δουλείᾱς , δούλειος slavish fem gen sg (attic doric aeolic) δουλείᾱς , δουλεία slavery fem acc pl δουλείᾱς , δουλεία slavery fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλείαι — δουλείᾱͅ , δούλειος slavish fem dat sg (attic doric aeolic) δουλείᾱͅ , δουλεία slavery fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλείαν — δουλείᾱν , δούλειος slavish fem acc sg (attic doric aeolic) δουλείᾱν , δουλεία slavery fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλειῶν — δουλεία slavery fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλεῖαι — δουλεία slavery fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”